30/03/2012

Friday, March 30, 2012

3 comments

"Rethink Athens, ξανασκέψου την Αθήνα" γράφει η διαφήμιση απέναντί μου. Κάθομαι δεξιά παράθυρο στη φορά του συρμού - σε μία από τις καλύτερες θέσεις δηλαδή για πρωί εργάσιμης καθημερινής. Ανοίγω το βιβλίο. ¨Πώς τελειώνει ο κόσμος". Η Μαρία Ξυλούρη είναι μικρότερη από μένα. Πρώτα το έπαθα βλέποντας ποδόσφαιρο αυτό. Κάποια στιγμή οι παίκτες άρχισαν να είναι πιο μικροί από μένα. Μετά στο σκάκι. Τώρα και στους συγγραφείς. Ένας από τους ήρωες του βιβλίου δεν έχει βαφτιστεί, ήταν άθεοι οι γονείς του. Και οι δικοί μου άθεοι ήταν. Παντρεύτηκαν σε εκκλησία και με βάφτισαν. Ήταν στα τελευταία χρόνια πριν ο πολιτικός γάμος φτάσει στα μέρη του "Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια". Όταν γεννήθηκα ο Πέτρος Ευθυμίου υμνούσε τα ένοπλα κινήματα στα αμφιθέατρα. Πάλι πετάνε οι σκέψεις μου σαν σε παραλήρημα. Γυρνάω στο βιβλίο και στον Ορέστη. Δυστυχώς δε μπορώ να διαβάζω πια κανονικά στο μετρό. Πάνε οι εποχές του καρβουνιάρη Αθήνα-Ξάνθη που φεύγανε δυόμιση μυθιστορήματα. Ζαλίζομαι αμέσως. Αλλά οι 2-3 σελίδες είναι αρκετές για να περάσει το τεστ το βιβλίο. Ήδη 12 ώρες μετά που γράφω αυτό το σημείωμα έχω φτάσει στο Φώτη. Αλλά στο τρένο μέσα δε μπορώ. Αμπελόκηποι-Δουκίσσης Πλακεντίας και κουράζομαι, με τον ΟΣΕ δε θα έφτανα ούτε στον Άγιο Στέφανο πια. Ξανασηκώνω το βλέμμα.

"Ας ξανα-σκεφτούμε την Αθήνα, Ευρωπαϊκός Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός με τη χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση" και την... υποστήριξη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Μεταφορών, του Δήμου Αθηναίων, της Περιφέρειας. Του Παπακωνσταντίνου δηλαδή, του Βορίδη, του Καμίνη, του Σγουρού που ενέκρινε τρία στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αττική. Ξανα-σκέφτομαι την Αθήνα λοιπόν... Γυρνάω στο βιβλίο. Μάλλον στο Δεκέμβρη του 2008 βρισκόμαστε. Ξανα-σκέφτομαι τον Δεκέμβρη τώρα. Και οι του Δεκέμβρη μάλλον ξανα-σκέφτονται την Αθήνα αυτές τις μέρες. Τον τελευταίο καιρό προσπαθώ συνεχώς να φανταστώ τί να σκέφτονται κάποιοι άλλοι. Αυτοί που πηγαίνανε στις συναυλίες όταν παίζανε οι Τρύπες. Αυτοί που παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο το 1982. Αυτοί που ήταν στο Αν την περασμένη Παρασκευή. Αυτοί που κερνούσαν ο ένας τον άλλον το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 στην πλατεία Εξαρχείων. Αυτή η κυρία δίπλα μου που διαβάζει τα Νέα. Αυτοί που θα πληρωθούν μαζί μου σήμερα το μισθό του Ιανουαρίου. Αυτοί που θα πάνε την Πέμπτη στην παρουσίαση του 2666.

9 ώρες αργότερα ξανανοίγω το βιβλίο περιμένοντας το λεωφορείο στη στάση απέναντι από την εκκλησία. Κάθεται μια κυρία δίπλα μου. Χτυπάνε οι ηλεκτρικές καμπάνες. Ο ήχος φτάνει από μπροστά και δεξιά. Το δεξί μου αυτί τρίζει. Εδώ και χρόνια έχει μια βλάβη από τις συναυλίες και τα ακουστικά. Το βουλώνω. Σταματάνε. Με την άκρη του ματιού μου πιάνω το βλέμμα της. Μετά από δύο λεπτά ξαναρχίζουν. Εσπερινός ή ό,τι στο διάολο είναι αυτό που γίνεται γύρω στις 7 το απόγευμα. Ξαναβουλώνω το δεξί αυτί. Μόλις τελειώνει με ρωτάει η κυρία αν περιμένω ώρα το λεωφορείο. Είμαι σίγουρος πως ήταν στη στάση πριν από μένα. Τα μούσια την ξεγέλασαν και νομίζει πως είμαι ξένος? Μουσουλμάνος ίσως? Αυτό θα εξηγούσε τη δυσφορία μου στις καμπάνες? Της απαντώ. Ξαναβυθίζομαι στο βιβλίο και όταν έρχεται το λεωφορείο αυτή δεν είναι εκεί. Ψάχνω τριγύρω μήπως έχει πάει στο ψιλικατζίδικο για να της φωνάξω να έρθει. Δεν τη βρίσκω. Ούτε στο λεωφορείο μπορώ να διαβάσω πια.

Παίρνω το Athens Review of Books από το σταθμό του Μετρό. Σαραμάγκου, Χομπσμπάουμ και σαλόνι ένα κατηγορώ προς την πέρα της ΔΗΜΑΡ αριστερά. Αντιφάσεις. Και αυτοί που πήγαιναν στις Τρύπες ούτε μια απεργία δεν κάνουν. Αυτοί που παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο το 1982 τρέμουν να βγουν έξω μην τους κλέψουν οι Πακιστανοί. Αυτοί που πληρώθηκαν μαζί μου το μισθό Ιανουαρίου μάλλον ευγνωμοσύνη νοιώθουν. Αντιφάσεις. Γι αυτούς που θα πάνε στην παρουσίαση του 2666 δεν ξέρω. Ξέρω όμως πως δε θα την βγάλουμε καθαρή αν συνεχίσουμε έτσι.